συνταγή γλυκές φλογέρες μέ μέλι καί καρύδια,νόστιμες τραγανές γλυκές φλογέρες πού γίνονται ανάρπαστες καί λιώνουν στό στόμα.
υλικά γιά 25 φλογέρες 😋
υλικά γιά τό σιρόπι
εκτέλεση
συμβουλές
Συνταγές Σιροπιαστά Γλυκά Ταψιού. και ποιος δεν λατρεύει τα γλυκά ταψιού και ήδη τα σιροπιαστά; ετοιμάστε εύκολα και γρήγορα σιροπιαστά γλυκά ταψιού που θα ξετρελάνουν ολόκληρη την παρέα!
οι καλύτερες συνταγές για παραδοσιακά, σιροπιαστά γλυκά από το
τα πολίτικα γλυκά είναι λατρεία. συγκεντρώσαμε τα 15 πιό διάσημα σιροπιαστά γλυκά αποκτώντας τήν τελειότητα τής γεύσης.
Το ρεβανί, (τουρκ: revani), γνωστό κι ως ριβανί, είναι παραδοσιακό γλύκισμα της Μέσης Ανατολής, γνωστό στην ελληνική και αρμένικη κουζίνα και ως σάμαλι (περσ. samali). Παρασκευάζεται από σιμιγδάλι και γιαούρτι και αφού ψηθεί στο φούρνο, περιχύνεται με σιρόπι. Το ρεβανί της Βέροιας είναι παραδοσιακό γλυκό της πόλης και έχει ιδιαίτερη φήμη σε όλη την Ελλάδα. Στην νότια Ελλάδα κυρίως μπορεί να το συναντήσει κανείς και ως ραβανί. Το ίδιο γλυκό παρασκευάζεται και στην Τουρκία, φέροντας το ίδιο όνομα με τα ελληνικά (revani), στον Αραβικό κόσμο όπου αποκαλείται basbousa, αλλά και σε όλη την υπόλοιπη ανατολική Μεσόγειο φέροντας διάφορα ονόματα. Σε κάποιες παραλλαγές, στα υλικά προστίθεται και τριμμένη καρύδα και σε κάποιες άλλες μπορεί να συνδυαστεί με καϊμάκι (παγωτό).
(Γαλλικά: mille-feuille, προφέρεται [mil fœj] (χίλια φύλλα) ονομάζεται ένα γλυκό αβέβαιης (μάλλον Γαλλικής) προέλευσης, χαρακτηριστικό του οποίου είναι τα πολλά (συνήθως 3 ή και περισσότερα) φύλλα σφολιάτας. Η ονομασία του (χίλια φύλλα) αναφέρεται στον αρχικό τρόπο παρασκευής της σφολιάτας, με πολλαπλά διπλώματα προκειμένου να επιτευχθεί ο μεγάλος αριθμός στρώσεων. Πρώτη φορά αναφέρθηκε στο βιβλίο Cuisinier François (Ο Γάλλος μάγειρας) του François Pierre de La Varennein το 1651, ενώ η σημερινή μορφή του γλυκού τελειοποιήθηκε από τoν Marie-Antoine Carême, έναν Γάλλο σεφ. Το γλυκό υπήρχε ήδη από τον 17ο αιώνα. Παραδοσιακά, ένα mille-feuille αποτελείται από τρία στρώματα σφολιάτας ( pâte feuilletée ), που εναλλάσσονται με δύο στρώσεις κρέμας ζαχαροπλαστικής ( crème pâtissière ) ή σαντιγύ. Στην κορυφή πασπαλίζεται με άχνη ζάχαρη ή σαντιγύ καί ξηρούς καρπούς.
Το εκμέκ καταΐφι έχει τις ρίζες του στην Τουρκία και ειδικότερα στο Αφιόν Καραχισάρ, μια περιοχή στη δυτική Μικρά Ασία. Συνήθως το συγκεκριμένο γλυκό σερβίρεται με παγωτό καϊμάκι.
Ένα από τα δημοφιλή ανατολίτικα σιροπιαστά γλυκά είναι το σαραγλί. Πρόκειται για ένα γλυκό, σχετικά εύκολο στην παρασκευή του, που η καταγωγή του αντλείται από την Βυζαντινή ζαχαροπλαστική και που αποτελεί μία απ’ τις παραλλαγές του τυλιχτού μπακλαβά. Αντλεί την καταγωγή του από το βυζαντινό γλύκισμα “κοπτή” που αποτελούνταν από μέλι, νερό φρούτα και ξηρούς καρπούς βρασμένα σε λάδι. Πιθανολογείται πως η αρχική έμπνευση του γλυκού αυτού, ανήκε σε κάτοικο της σελευκιδικής Αντιόχειας του Ταύρου (Νοτιονατολική Ανατολία). Με την πάροδο των χρόνων, στη συνταγή του γλυκίσματος προστέθηκαν διάφορα επίπεδα ζύμης, ώσπου δημιουργήθηκε στις κουζίνες του ανακτόρου Τοπκαπί το φύλλο κρούστας, και τα σιροπιαστά άρχισαν να παίρνουν την σημερινή τους μορφή. Στις μέρες μας φτιάχνεται σε όλη την Ελλάδα, αλλά ιδιαιτέρως στην πόλη της Ξάνθης, που φημίζεται για το σαραγλί της. Η συνταγή όπως οι περισσότερες συνταγές ζαχαροπλαστικής (αλλά και μαγειρικής), γίνεται με διάφορες παραλλαγές, ανάλογα με τις προτιμήσεις, την προσωπική πινελιά του κάθε παρασκευαστή, αλλά και αναλόγως της τοπικής παραγωγής, και των συνηθειών και επιρροών της κάθε περιοχής. Κατά συνέπεια, το γλυκό συναντάται σε διάφορες εκδοχές, με ποικιλία στο σχήμα, στα υλικά αλλά και στα μικρά μυστικά προετοιμασίας και ψησίματος. Το γλύκισμα αυτό είναι υψηλής διατροφικής αξίας και βιταμινών, και εφόσον χρησιμοποιηθεί φυτικό βούτυρο, το γλύκισμα είναι νηστίσιμο και χορτοφαγικό. Η αντικατάσταση της ζάχαρης με άλλη γλυκαντική ουσία, θα το κάνει λιγότερο παχυντικό (αν και αλλοιώνεται κάπως η γεύση του).
Το Σάμαλι είναι γλύκισμα που παρασκευάζεται από σιμιγδάλι και γιαούρτι και αφού ψηθεί στο φούρνο, περιχύνεται με σιρόπι. Το σάμαλι έχει ιδιαίτερη φήμη σε όλη την Ελλάδα. Το σάμαλι είναι σαν το ραβανί μόνο που περιέχει και μαστίχα και συνήθως λιγότερα ή καθόλου αυγά . Σε κάποιες παραλλαγές, στα υλικά προστίθεται και τριμμένη καρύδα και σε κάποιες άλλες μπορεί να συνδυαστεί με παγωτό καϊμάκι.
Κόβεται σε σχήμα ρόμβου κ τοποθετείται αμύγδαλο στο κέντρο της επάνω επιφάνειας. τό γλυκό από τή δαμασκό τής συρίας!!
ένα γλυκό ποτισμένο στό σιρόπι !!
κατάλληλο γιά όλες τίς περιστάσεις!!
ο απόλυτος παρτενέρ γιά τό σάμαλι είναι τό παγωτό καιμάκι ή βανίλια μαγαδασκάρης ή μέ γλυκό πορτοκάλι.
Ο μπακλαβάς είναι ένα γλύκισμα που συναντάται σε πολλές κουζίνες, όπως της Ελλάδας, της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν. Το γλύκισμα φτιάχνεται με ζύμη φύλλου και περιέχει γέμιση ξηρών καρπών, συνήθως φουντούκι, φυστίκι ή καρύδι, και παίρνει την γλυκιά του γεύση από σιρόπι ζάχαρης ή μελιού. Συνήθως σερβίρεται μετά από το γεύμα και συνοδεύεται από καφέ.
Το γαλακτομπούρεκο είναι ένα παραδοσιακό σιροπιαστό γλυκό ταψιού, που αποτελείται κυρίως από φύλλο και κρέμα. Υπάρχουν διάφορες συνταγές και τρόποι παρασκευής, καθώς και μεγέθη κομματιών. Η κρέμα μπορεί να έχει άρωμα λεμόνι ή βανίλια, ενώ το σιρόπι παρασκευάζεται από ζάχαρη και νερό.
Το κουρκουμπίνι είναι θεσσαλονικιώτικο μικρό σιροπιαστό γλυκό με σχήμα κυλινδρικό, φτιαγμένο από φύλλο κρούστας και αρωματισμένο σιρόπι.κλασσική αγαπημένη συνταγή τραγανά κουρκουμπίνια.
Το κανταΐφι (τουρ.:Kadayif) ή καταΐφι είναι γλυκό του ταψιού ή αλλιώς ένα σιροπιαστό γλυκό που συναντάται σε αρκετές κουζίνες των χωρών της Μέσης Ανατολής και των πρώην Οθωμανικών χωρών. Το γλυκό έχει κύριο συστατικό του το ψωμί. Φτιάχνεται από μια ειδική, θρυμματισμένη ζύμη (καταΐφι), ινώδους μορφής, η οποία παράγεται από σιτάρι και νερό -ωστόσο η φυλλοειδής αυτή ζύμη χρησιμοποιείται και για την παραγωγή μοναδικών αλμυρών ορεκτικών.- συνήθως, το γλύκισμα περιέχει ξηρούς καρπούς (αμύγδαλο, φουντούκι, φιστίκια) και μέλι που του προσδίδουν τραγανή και ιδιαίτερα γλυκιά γεύση. Πολλές χώρες διεκδικούν την δημιουργία του γλυκού διότι η ακριβής καταγωγή του χάνεται μεταξύ των χωρών της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Παρ’ ‘όλα αυτά, η επικρατέστερη θεωρία είναι πως το γλυκό δημιουργήθηκε στο Αφιόν Καραχισάρ της Μικράς Ασίας (τωρινής:Τουρκίας). Το κανταΐφι είναι ιδιαίτερα δημοφιλές γλυκό στις Αραβικές χώρες όπως είναι ο Λίβανος και η Αίγυπτος και ιδιαίτερα στην Παλαιστίνη και στον πρώην Οθωμανικό κόσμο, στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Συνήθως συνοδεύεται με παγωτό καϊμάκι και σερβίρεται, κατά κύριο λόγο, με ελληνικό καφέ και σπανιότερα με ρακί και ούζο.
Η τουλούμπα και το τουλουμπάκι παρασκευάζεται εδώ και 25 χρόνια στην πόλη των Σερρών. Αν και δεν είναι καθαρά παραδοσιακό γλυκό των Σερρών, η γεύση και ο τρόπος παρασκευής του είναι μοναδικός στην Ελλάδα. Η ζύμη γίνεται με αλεύρι, αυγά και νερό. Με μια ειδική τεχνική τηγανίζεται στο βραστό λάδι και αμέσως μετά βυθίζεται σε σιρόπι. Θα τη βρείτε σε διάφορες γεύσεις, με διαφορετικές επικαλύψεις (σοκολάτα, αμύγδαλα, κ.ά.) σε όλα τα ζαχαροπλαστεία της πόλης.
Τα ροξάκια πήραν το όνομά τους, από την αγγλική λέξη rocks μάλλον λόγω του σχήματός τους. Υπάρχουν δύο τρόποι φτιαξίματος, μία με σφολιάτα και μία με ζύμη. Βεβαίως , η συνταγή με ζύμη είναι η πιο κλασσική και διαδεδομένη. Έχουν συνήθως μικρό μέγεθος, αλλά γίνονται και σε μεγαλύτερο μέγεθος, το οποίο μπορεί να φαγωθεί ως «junk food». Πρωτοεμφανίστηκαν στη Βόρεια Ελλάδα. Υπάρχουν, όμως, αναφορές και στους Μικρασιάτες. Στην Πάτρα παρασκευάζονταν τα ροξ με σφολιάτα και δεν ήταν σιροπιαστά. Είναι ένα προ-Χριστουγεννιάτικο γλυκό, αλλά κυρίως μας «γεμίζει» νοσταλγία γιατί θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως γλυκό του ταξιδιού. Η συνταγή είναι σχετικά εύκολη! Το δύσκολο είναι να μπορέσεις να σταματήσεις στο ένα, στα δύο ή στα τρία!
Ο λουκουμάς (στην κυπριακή διάλεκτο λοκμάς -πληθ. λοκμάδες, στα Αραβικά και στα Τούρκικα lokma, και στα Ποντιακά "τσιριχτά"), είναι ένα γλυκό δημοφιλές στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή. Παρασκευάζεται από ζύμη μαγιάς τηγανισμένη σε καυτό λάδι. Οι λουκουμάδες έχουν σχήμα σφαιρικό ή κρίκου και περιχύνονται με μέλι ή με σιρόπι, γαρνίρονται με κανέλλα και μερικές φορές με ζάχαρη άχνη. Οι λουκουμάδες ονομάζονται σβιγκοί από τους Έλληνες Εβραϊκής καταγωγής, που τους προσφέρουν σαν γλυκό τα Χριστούγεννα. Αναφέρεται ότι η λέξη προέρχεται από τους Ρωμανιώτες, αν και προέρχεται από τη μεσαιωνική γερμανική λέξη swinge. Ένα παρόμοιο γλυκό αναφέρεται στην Ιταλία ως sfingi di San Giuseppe.
Οι δίπλες είναι ελληνικό επιδόρπιο όπου το κύριο συστατικό του είναι λεπτή ζύμη. Πιστεύεται ότι οι δίπλες προέρχονται από την Πελοπόννησο. Η ζύμη διπλώνεται σε διάφορα σχήματα, τηγανίζεται σε καυτό λάδι και στο τέλος εμποτίζεται με σιρόπι. Παραδοσιακά χρησιμοποιείται μέλι αντί για σιρόπι και οι δίπλες αρωματίζονται με κανέλα και προστίθεται ψιλοκομμένο καρύδι. Οι δίπλες μπορεί να έχουν διάφορα σχήματα, αλλά τα πιο κοινά είναι σπιράλ, φιόγκοι και λουλούδια. Οι δίπλες σερβίρονται συνήθως σε γάμους αλλά και την πρωτοχρονιά.
Τα μελομακάρονα… έχουν ετυμολογικά αρχαιοελληνική προέλευση όσο και αν το μυαλό πάει στο «ιταλικό» μακαρόνι. Στα λεξικά αναφέρεται ότι η λέξη «μακαρόνι» παράγεται από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «μακαρωνία» (επρόκειτο για νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά, όπου μακάριζαν το νεκρό). Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «μακαρία», που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του σύγχρονου μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία. Αργότερα, όταν η μακαρία περιλούστηκε με σιρόπι μελιού ονομάστηκε: μέλι+μακαρία = μελομακάρονο και καθιερώθηκε ως γλύκισμα του 12ημέρου, κυρίως από τους Μικρασιάτες Έλληνες και με το όνομα «φοινίκια». Οι Λατίνοι και αργότερα οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη μακαρωνία ως maccarone που τελικά κατέληξε να σημαίνει το σπαγγέτι. Τέλος, από το μεσαίωνα και μετά στη Γαλλία και την Αγγλία, ένα είδος αμυγδαλωτού μπισκότου ονομάστηκε «macaroon» (το γνωστό σε όλους σήμερα «μακαρόν»).
Ο κουραμπιές ...έλκει την καταγωγή του από την Περσία, όπου πρωτοεμφανίστηκε τον 7ο αιώνα, όταν η ζάχαρη διαδόθηκε στην περιοχή. Την πατρότητα του κουραμπιέ διεκδικεί και ο Λίβανος. Το γλύκισμα είναι διαδεδομένο στην Ελλάδα, την Τουρκία και τις Βαλκανικές χώρες. Ένα είδος κουραμπιέ με την ονομασία Πολβορόν (Polvorón) είναι διαδεδομένο στις ισπανόφωνες χώρες και το νότιο Τέξας. Η λέξη «κουραμπιές» προέρχεται από την αλβανική kurabie ή gurabie (τουρκικά kurabiye και αραβικά qurabiya). Στην καθομιλουμένη «κουραμπιέ» αποκαλούμε τον νωθρό, τον μαλθακό ή τον ανόητο άνθρωπο. Στη στρατιωτική αργκό, «κουραμπιές» είναι ο απόλεμος στρατιώτης, αυτό που δεν μετέχει σε επιχειρήσεις, αλλά είναι αποσπασμένος σε γραφείο. Qurabiya στα Αζέρικα, Kurabiye, στα Τούρκικα και φυσικά Κουραμπιές στα ελληνικά, που στην κυριολεξία σημαίνει Kuru = ξηρό, biye = μπισκότο. Όμως, η ονομασία μπισκότο καθιερώθηκε τον Mεσαίωνα, ετυμολογικά προερχόμενη από το λατινογενές bis-cuit, που σημαίνει ψημένο δύο φορές (στα αρχαία ελληνικά λεγόταν δί-πυρον), ως τεχνική ψησίματος για να μην «χαλάει» εύκολα ο άρτος, κυρίως των στρατιωτών και των ναυτικών.
If you’d like to send us feedback, or have any other question, please fill out the form below and we will get back to you as soon as possible.